Για τον Ζωρζ Ιμπραχιμ Αμπνταλλα, από τον Κώστα Γουρνά
ΕΙΤΑΝ μακρύς ο δρόμος ως εδώ. Πολύ μακρύς, αδελφέ μου.
Οι χειροπέδες βάραιναν τα χέρια. Τα βράδια
που ο μικρός γλόμπος κουνούσε το κεφάλι του λέγοντας «πέρασε η ώρα»
εμείς διαβάζαμε την ιστορία του κόσμου σε μικρά ονόματα
σε κάποιες χρονολογίες σκαλισμένες με το νύχι στους τοίχους
των φυλακών
σε κάτι παιδιάστικα σχέδια των μελλοθανάτων
— μια καρδιά, ένα τόξο, ένα καράβι πούσκιζε σίγουρα το
χρόνο,
σε κάποιους στίχους που έμειναν στη μέση για να τους τελειώσουμε
σε κάποιους στίχους που τελειώσαν για να μην τελειώσουμε.
Είταν μακρύς ο δρόμος ως εδώ — δύσκολος δρόμος.
Τώρα είναι δικός σου αυτός ο δρόμος. Τον κρατάς
όπως κρατάς το χέρι του φίλου σου και μετράς το σφυγμό
του
πάνου σε τούτο το σημάδι που άφησαν οι χειροπέδες.
Κανονικός σφυγμός. Σίγουρο χέρι.
Κανονικός σφυγμός. Σίγουρος δρόμος.
ΔΙΠΛΑ σου αυτός ο ανάπηρος πριν κοιμηθεί βγάζει το πόδι του
τ’ αφήνει στη γωνιά — ένα κούφιο ξύλινο πόδι —
πρέπει να το γεμίσεις όπως γεμίζεις τη γλάστρα με χώμα
να φυτέψεις λουλούδια
όπως γεμίζει το σκοτάδι με αστέρια
όπως γεμίζει λίγο-λίγο η φτώχεια στοχασμό κι αγάπη.
Τόχουμε απόφαση, μια μέρα όλοι οι άνθρωποι νάχουνε δυο
πόδια
ένα χαρούμενο γεφύρι από μάτια σε μάτια
από καρδιά σε καρδιά. Γι’ αυτό όπου καθήσεις
ανάμεσα στα τσουβάλια του καταστρώματος φεύγοντας για
την εξορία
πίσω απ’ τα σίδερα του τμήματος μεταγωγών
κοντά στο θάνατο που δε λέει «αύριο»
ανάμεσα σε χιλιάδες δεκανίκια από πικρά σακατεμένα χρόνια,
εσύ λες «αύριο» και κάθεσαι ήσυχος και βέβαιος
όπως κάθεται ένας δίκαιος άνθρωπος αντίκρυ στους ανθρώπους.
Γιάννης Ρίτσος, Καπνισμένο Τσουκάλι
ΑΜΕΣΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΣΤΟΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗ ΖΩΡΖ ΙΜΠΡΑΧΙΜ ΑΜΠΝΤΑΛΛΑ
Leave a Reply