Κ.Γουρνάς – Αποκήρυξη έναντι άδειας
«Δηλαδή εσείς είστε αμετανόητος, ε!»
Σε αυτήν την αποστροφή της εισαγγελέως των φυλακών Κορυδαλλού συμπυκνώνεται η ουσία της αιτιολόγησης της, από μεριάς της, απόρριψης της αίτησής μου για χορήγηση άδειας. Στην, με καθυστέρηση δύο μηνών, σύγκληση του συμβουλίου που πραγματοποιήθηκε την τρέχουσα εβδομάδα, αποφασίστηκε με δύο θετικές και μια αρνητική ψήφο (αυτή της εισαγγελέως που διαθέτει όμως το δικαίωμα βέτο) η παραπομπή της εκδίκασης της άδειας μου στο συμβούλιο πλημμελειοδικών Πειραιά, σε μη προσδιορισμένο χρόνο- αλλά με εν πολλοίς προσδιορισμένο αρνητικό αποτέλεσμα. Σε μια συζήτηση που εξαντλήθηκε αποκλειστικά στην, υπό τον μανδύα της εκτίμησης κινδύνου τέλεσης νέων ‘συναφών’ αδικημάτων, αναζήτηση μιας δήλωσης αποκήρυξης ή καταδίκης της ένοπλης δράσης, τα περιθώρια συγκλήσεων ήταν εκ των προτέρων ανύπαρκτα. Εξημιση χρόνια μετά τη σύλληψή μου και την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης για τη συμμετοχή μου στον Επαναστατικό Αγώνα, μετά από πέντε χρόνια φυλάκισης, με σειρά απεργιών πείνας και με τακτική πολιτική τοποθέτηση στα αγωνιστικά και κοινωνικά δρώμενα της εποχής, συνεχίζω με την ίδια προσήλωση στο πολιτικό όραμα της Αναρχίας, με τη συνείδηση ότι ο κοινωνικός μετασχηματισμός δε μπορεί παρά να είναι το προϊόν μιας σύγκρουσης, που ενίοτε οφείλει να παίρνει βίαια χαρακτηριστικά, της πάλης των τάξεων. Τούτη η συνείδηση δεν αποτελεί, καταφανώς, το προϊόν κάποιου αποστάγματος προσωπικής εμπειρίας ή τον οιοδήποτε φανατισμό μιας αψεγάδιαστης δράσης, όσο την επιβεβαιωμένη κίνηση της Ιστορίας και των νόμων της. Ότι οι επαναστάσεις, ως διαδικασίες σύγκρουσης συμφερόντων, στην πλειονότητά τους εμπεριέχουν τη βία. Ωστόσο, το πραγματικό δίλημμα που τίθεται σε μια τέτοια πολιτική αντιπαράθεση σε συνθήκες εγκλεισμού δεν είναι τόσο η επικρότηση της βίας ως μέσο αγώνα, αλλά η επιλογή σύνταξης με την πλευρά εκείνη που αντιτίθεται στην κατεξοχήν πηγή της βίας, την εξουσία των καταπιεστών.
Μέσα σ’ ένα διαρκές καθεστώς έκτακτης ανάγκης που εναλλάσσει το πολιτικό προσωπικό της χώρας σε βραχείες διακυβερνήσεις εφαρμογής μνημονιακών προγραμμάτων, αλλά και σ’ ένα παγκόσμιο περιβάλλον διάχυτης αποσταθεροποίησης, ανάδειξης νέων συσχετισμών και αναθεωρητισμού της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, η άτεγκτη θέση της εγχώριας ελίτ, του αστυνομικο-δικαστικού μηχανισμού και των πολιτικών διαχειριστών της εξουσίας απέναντι στους αντιστεκόμενους αποτελεί μια μόνιμη σταθερά για το σύστημα. Τόσο για να εκδικηθεί τους ίδιους προσωπικά, όσο και για να αφήσει μια παρακαταθήκη πυγμής αποθαρρύνοντας τις νέες γενιές του αγώνα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο είναι που η δικαστική εξουσία- το βαθύ κράτος- που εξασφαλίζει την αταλάντευτη συνέχεια του κράτους ανεξαρτήτως πολιτικής απόχρωσης, απαιτεί τον εξευτελισμό των πολιτικών της αντιπάλων, την αποκήρυξη των ιδεών τους, μα πάνω απ’ όλα έναν αξιακό αυτοακρωτηριασμό του αγωνιστή έτσι ώστε να επιβεβαιώνει την ισχύ και το ηθικό της πλεονέκτημα. Γιατί και η οποιαδήποτε μομφή κατά μορφών του αγώνα μπροστά σε έναν εκπρόσωπο αυτής της τάξης, αποτελεί ένα αξιακό παράπτωμα ασυγχώρητο που ισοδυναμεί με δήλωση μετανοίας.
Η σημερινή αριστερή κυβέρνηση, που όπως αποδείχθηκε από την πιστή εφαρμογή των μνημονίων αποτέλεσε έναν ιδανικό συνομιλητή της τρόικας, πελαγοδρομεί ανάμεσα στο γάντζωμα στην εξουσία, την μετεξέλιξη της σε σοσιαλδημοκρατικό μόρφωμα και στην αποδοχή ενός 4ου μνημονίου ή περαιτέρω δημοσιονομικών μέτρων. Κι ενώ έχει χάσει κάθε κοινωνική νομιμοποίηση μετά την πλήρη διαστροφή της λαϊκής απαίτησης για κατάργηση των μνημονίων που εκφράστηκε σε μια σειρά από εκφάνσεις, με αποκορύφωμα το δημοψήφισμα, εξακολουθεί να εξαπατά το λαό αναδεικνύοντας τ’ αποκαΐδια της αριστεροσύνης της. Με τη γνωστή λογικής της σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης που θέλει να κρατά κάποιες ισορροπίες ανάμεσα στα υποκείμενα που πλήττει, έχει ξεκινήσει να εφαρμόζει μια τάση ‘φιλελευθεροποίησης’ στο ασφυκτικό περιβάλλον των φυλακών των τελευταίων δύο ετών. Σε τούτο εντάσσεται και η χορήγηση αδειών σε πολιτικούς κρατούμενους το τελευταίο διάστημα. Ωστόσο, διατηρεί ως αυστηρή προϋπόθεση την κατηγοριοποίηση αυτών, εντάσσοντας μια ομάδα, κυρίως μέλη ένοπλων οργανώσεων, σε αυτό που η προηγούμενη κυβέρνηση ονόμασε πλαίσιο γ’ τύπου. Το άτυπο καθεστώς εξαίρεσης, με άλλα λόγια, που ισχύει εδώ και χρόνια για το σύνολο των πολιτικών κρατουμένων. Ένα αυστηρό πλαίσιο διαρκούς καταστρατήγησης δικαιωμάτων που αποσκοπεί στην πνευματική εξόντωση του πολιτικού κρατούμενου, την όσο το δυνατόν επέκταση της φυλάκισης δίχως ανάσες ελευθερίας.
Από τη μεριά μου, η μόνη δήλωση που έχω να κάνω είναι αυτή της στράτευσής μου στον κόσμο του αγώνα, της ολόψυχης διάθεσης της ζωής μου στην υπηρεσία των ιδανικών της κοινωνικής επανάστασης, για έναν κόσμο όπου το δίκιο θα συμβαδίζει με την ελευθερία. Θα συνεχίσω να υπερασπίζομαι τα δικαιώματα που κατέκτησαν κρατούμενοι πριν από μένα με σκληρούς αγώνες, χωρίς τη διάθεση να χαρίσω σε κανέναν το δικαίωμα της άδειας. Απέναντι στο καθεστώς εξαίρεσης που μας έχει επιβληθεί κι ενάντια σε λογικές διαχωρισμού που περιχαρακώνουν τις θέσεις μας, με το σύνολο των αγωνιζόμενων πολιτικών κρατουμένων για το σπάσιμο της ειδικής μεταχείρισης που βιώνουμε.
Leave a Reply