ΕΙΣΗΓΗΣΗ 4η: Ένοπλος αγώνας & Επαναστατικό Κίνημα
Οφείλουμε να καταθέσουμε από την αρχή μια γενική αλλά συγχρόνως θεμελιακή θέση, ότι ο ένοπλος αγώνας ήταν, είναι και θα είναι κομμάτι του κινήματος, αναγκαία επιλογή μέσα στην πολύμορφη δράση του επαναστατικού και ριζοσπαστικού αγώνα αφού προωθεί την έμπρακτη και άμεση αντιπαράθεση με το κράτος και τους μηχανισμούς εκμετάλλευσης. .
Ο ένοπλος αγώνας ήταν παρών σε όλες τις φάσεις των κοινωνικών και εργατικών αγώνων, άρρηκτα συνδεδεμένος με το επαναστατικό κίνημα γενικά και το αναρχικό ειδικότερα, το μπόλιασε και μπολιάστηκε από αυτό.
Μετά την Παρισινή Κομμούνα σε πολλές χώρες της Ευρώπης άνθισε το κίνημα των δυναμιτιστών όπου πρωτοστατούσαν αναρχικοί. Αναρχικοί ήταν αυτοί που εκτέλεσαν τρεις Ισπανούς πρωθυπουργούς , έναν Αμερικανό πρόεδρο, έναν Ιταλό βασιλιά έναν πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας και έκαναν απόπειρες ενάντια στον Μουσολίνι και στον Φράνκο.
Έχουν καταγραφεί ιστορικά γεγονότα κατά τα οποία οι αναρχικοί έκαναν μαζικές ένοπλες επιθέσεις. Υπήρξαν διαδηλώσεις και εργατικές κινητοποιήσεις κατά τις οποίες οι απεργοί ήταν οπλισμένοι. Για παράδειγμα, στο Σικάγο, το 1886, πάρα πολλές ήταν οι ένοπλες αντιπαραθέσεις μεταξύ των οπλισμένων εργατών απεργών και της αστυνομίας. Οι αναρχικοί ποτέ δεν έκαναν διαχωρισμό ανάμεσα σε μορφές πάλης.
Σε χώρες που άνθισε ο αναρχοσυνδικαλισμός, για παράδειγμα στην Ισπανία και την Γαλλία , οι εργατικοί αγώνες ήταν συνυφασμένοι με την ένοπλη παράδοση και την ένοπλη πρακτική: εκρήξεις βομβών σε εργοστάσια, επιθέσεις εναντίον επιχειρηματιών, εργοδοτών, αστυνομικών. Στη Βαρκελώνη διεξαγόταν “πόλεμος” μεταξύ των μπράβων της εργοδοσίας και των αναρχοσυνδικαλιστών της CNT, όπου με το όπλο στο χέρι ανταπέδιδαν τα πυρά.
Τη δεκαετία του 1960- 70 , η δράση των Τουπαμάρος, των Βιετκόνγκ, η αντίσταση στην Παλαιστίνη, οι Μαύροι Πάνθηρες στην Αμερική ήταν τα στοιχεία που σηματοδότησαν και τροφοδότησαν το κίνημα του ’68. Μέσα από την καρδιά αυτού του κινήματος ξεπήδησαν αργότερα μια σειρά ένοπλων οργανώσεων. Οι οργανώσεις αυτές πρώτα και κύρια εμφανίζονται στη Γερμανία, αργότερα σε Ιταλία, Ελλάδα, Γαλλία, Βέλγιο. Στην Ισπανία ιδρύθηκε το 1975, λίγο πριν το θάνατο του Φράνκο, η GRAPO. Σε χώρες όπως η Γαλλία ο ένοπλος αγώνας ήταν σε άμεση σχέση αρχικά με τη δράση ισπανικών αντιφρανκικών ομάδων, κυρίως το MIL (Ιβηρικό κίνημα απελευθέρωσης). Την 1η Μάη του ’79 έκανε την πρώτη της ενέργεια η Action Directe (Άμεση Δράση). Στο Βέλγιο έδρασαν οι CCC – Μαχόμενοι Κομμουνιστικοί Πυρήνες. Αναρχικές ομάδες με συνέχεια στην δράση τους ήταν η Διεθνής Ομάδα 1η Μάη σε Ισπανία- Ιταλία, η Επαναστατική Δράση στην Ιταλία, το Διεθνές Επαναστατικό Κίνημα Αλληλεγγύης στην Ισπανία, η Οργισμένη Ταξιαρχία στην Αγγλία, η GARI (Ομάδες Διεθνιστικής Επαναστατικής Δράσης) τόσο στο εσωτερικό της Ισπανίας όσο και στη Γαλλία, η Direct Action του Καναδά, η weather underground στις ΗΠΑ. Πλήθος ακόμα οργανώσεων έχει καταγραφεί τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Λατινική Αμερική.
Ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί η Ιταλία, καθώς αποτελεί ιστορικό παράδειγμα πως μπορούν ένοπλες, αρχικά μικρές οργανώσεις να διαχυθούν μες στην κοινωνία, να μαζικοποιηθούν και να καταστούν πραγματική απειλή για το κράτος. Στη δεκαετία του ’70 στην Ιταλία έδρασαν εκατοντάδες ένοπλες οργανώσεις. Με την καταστολή του κινήματος, 10.000 σύντροφοι ανακρίθηκαν ή πέρασαν από δίκες για συμμετοχή σε ένοπλες ομάδες και 4000 φυλακίστηκαν ως μέλη ένοπλων οργανώσεων. Μιλάμε δηλαδή για ένα από τα μαζικότερα ένοπλα κίνηματα.
Στην Ελλάδα 17 χρόνια μετά τη λήξη του Εμφυλίου εγκαθιδρύθηκε δικτατορία. Άμεσα, δραστηριοποιήθηκαν αντιστασιακές οργανώσεις αρκετές από τις οποίες έδρασαν ένοπλα. Μόνο στην περιοχή της Αθήνας εξερράγησαν 174 βόμβες κατά τη διάρκεια της 7ετίας. Στα στρατοδικεία της Χούντας βρέθηκαν αγωνιστές που διαφοροποιήθηκαν σε σχέση με τον αντιχουντικό αγώνα για την αποκατάσταση τη δημοκρατίας: πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα, συνέδεσαν την πάλη τους με τον αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό. Οι κυριότερες ένοπλες οργανώσεις κατά τη διάρκεια της Χούντας ήταν η 20 Οκτώβρη, η Δημοκρατική Άμυνα, η ομάδα Μακρυγιάννης, η ΛΕΑ.
Με την πτώση της δικτατορίας ένα κομμάτι των αγωνιστών, χωρίς αυταπάτες περί αστικής δημοκρατίας και κοινοβουλευτισμού, μαζί με νέους συντρόφους συγκρότησαν τους πρώτους πυρήνες ένοπλης πάλης στη μεταπολίτευση. Από το ’74 έως σήμερα οι ένοπλες οργανώσεις δίνουν συνεχώς το παρόν μέσα στα πλαίσια του αγώνα ενάντια στο καθεστώς. Ορισμένες από τις επαναστατικές οργανώσεις που είχαν/έχουν διάρκεια στη δράση τους : 17Ν, ΈΛΑ, ΛΕΑ (Λαϊκός Επαναστατικός Αγώνας), 1η Μάη, Επαναστατική Αλληλεγγύη, Αντικρατική Πάλη, Επαναστατικοί Πυρήνες, Λαϊκή Επαναστατική Δράση, Λαϊκή Θέληση, 6η Δεκέμβρη, Επαναστατικός Αγώνας, ΣΠΦ, Σέχτα Επαναστατών, Ομάδα Λαϊκών Αγωνιστών.
Δεκάδες άλλες οργανώσεις έδρασαν αυτά τα χρόνια κάνοντας 1 ή 2 χτυπήματα, όπως οι Μαχόμενες Λαϊκές Επαναστατικές Δυνάμεις. Τρεις αντάρτες πόλης έπεσαν με το όπλο στο χέρι, ο Κασσίμης του ΕΛΑ το ’77, ο Τσουτσουβής της Αντικρατικής Πάλης το ’85 και ο Φούντας του ΕΑ το 2010, δεκάδες αγωνιστές πέρασαν από δίκες και φυλακίστηκαν σαν μέλη ένοπλων οργανώσεων. Σήμερα πάρα πολλοί σύντροφοι και συντρόφισσες βρίσκονται στα κελιά της Δημοκρατίας είτε στην Ελλάδα είτε στην Ευρώπη είτε σε όλο τον κόσμο. Δεν ξεχνάμε όλους αυτούς τους συντρόφους και θα βρίσκονται πάντα δίπλα μας στην διαδήλωση, στα οδοφράγματα, στις συγκρούσεις, στον αγώνα για την Επανάσταση.
Σύντροφοι-ισσες αυτή ήταν μια πολύ σύντομη αναφορά για τον ένοπλο αγώνα στην Ευρώπη, πως θα μπορούσε άλλωστε να ήταν διαφορετικά όταν για κάθε χώρα θα μπορούσαμε να συζητήσουμε ατελείωτες μέρες, να γεμίσουμε χιλιάδες σελίδες και πάλι το αποτέλεσμα θα ήταν τα όποια συμπεράσματα να είναι αποσπασματικά και ελλιπή. Η Ιστορία γράφεται στους δρόμους του αγώνα και αποτελείται τόσο από γεγονότα που χαρακτηρίζονται κορυφαία όσο και από καθημερινές στιγμές που φαινομενικά είναι ασήμαντες αλλά έχουν την δική τους βαρύτητα μέσα στον χρόνο.
Εκατοντάδες οργανώσεις έδρασαν από το ένα άκρο της Ευρώπης έως το άλλο. Χιλιάδες σύντροφοι αγωνίστηκαν με το όπλο στο χέρι, χιλιάδες φυλακίστηκαν, δεκάδες σύντροφοι έδωσαν τη ζωή τους στον αγώνα, σε συμπλοκές με τις δυνάμεις καταστολής, πραγματοποιώντας απεργία πείνας μέσα στις φυλακές, δολοφονημένοι από το κράτος ενώ ήταν κρατούμενοι.
Διαχρονικά, σε κάθε εποχή, σε κάθε κοινωνική σύγκρουση, σε κάθε κίνηση μαζών φαίνεται να υπήρχε και το αντίστοιχο ένοπλο κομμάτι που την χαρακτήριζε και πολλές φορές έδινε και τον τόνο.
Κομμάτι του κινήματος λοιπόν το ένοπλο είτε δρώντας στο εσωτερικό του μαζικού κινήματος, είτε παράλληλα με αυτό πάντα όμως με κοινό σκοπό, πάντα με αλληλένδετη μοίρα.
Στον αντίποδα των επιχειρημάτων υπάρχει μια άποψη που γεννήθηκε σε συντηρητικά στόματα, αλλά υιοθετήθηκε από την καθεστωτική αριστερά και μερίδα αναρχικών: το ένοπλο κίνημα, η δράση των ένοπλων ομάδων, προκαλούν όξυνση της καταστολής. Ισχυρίζονται ότι είναι μάταιος ο αγώνας και το μόνο που επιτυγχάνεται είναι νέοι νόμοι, νέα σώματα ασφαλείας και ειδικές συνθήκες κράτησης.
Το κράτος επιδιώκει να διασφαλίσει τη διαιώνισή του, με κάθε μέσο. Τις αναδυόμενες αντιδράσεις προσπαθεί να τις ενσωματώσει, αλλά όπου δεν περνάει η συναίνεση χρησιμοποιεί το μαστίγιο, την ωμή βία. Ακολούθως, η ψήφιση του κουκουλονόμου επί Δένδια ήταν μέρος της απάντησης του κράτους στις μαζικές, διαρκεις και βίαιες διαδηλώσεις επ’ αφορμή της εκπαιδευτικής ‘μεταρρύθμισης’ της Μαριέττας Γιαννάκου, του περιβόητου άρθρου 16. Η άποψη λοιπόν που λέει ότι, αν αντισταθούμε, αποτέλεσμα θα είναι η όξυνση της καταστολή, είναι η άποψη που προτρέπει: μην αντιστέκεστε, καθίστε ήσυχα, μείνετε στα νόμιμα όρια, για να μη φτιάχνονται νέοι νόμοι, για να μη υπάρχουν συλλήψεις και φυλακίσεις. Αυτή η άποψη θεωρεί μάταιους τους εκτός νομιμότητας αγώνες. Επιβλαβείς τους βίαιους συγκρουσιακούς. Πόσο μάλλον τους ένοπλους.
Αντιστρέφοντας αυτή την κριτική θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κίνημα έχει πληρώσει ακριβά τη μη επιλογή της ένοπλης πάλης όπως επίσης μπορούμε να πούμε ότι κάποιες φορές οι επιθετικές ενέργειες του αντάρτικου πόλης π.χ. οι επιθέσεις σε αστυνομικούς στόχους (κλούβες ΜΑΤ, τμήματα, αστυνομικούς), σε πολιτικά πρόσωπα (υπουργούς, βουλευτές), σε φασίστες (εκτελέσεις φασιστών, βομβιστικές ενέργειες στα γραφεία τους) λειτουργούν ως ανάχωμα στην δράση αυτών των δυνάμεων .
Οι μόνοι αγώνες που πραγματικά είναι χαμένοι είναι αυτοί που δεν δίνονται. Ακόμα και αν ένας αγώνας ηττηθεί αυτό που αφήνει σαν πολιτική παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές, είναι πολύ σημαντικό. Τις εξοπλίζει με πείρα και συμπεράσματα για να συνεχίσουν και να αποτολμήσουν με ακόμα καλύτερες προϋποθέσεις τον αγώνα.
Η Εξουσία στον καπιταλισμό εκφράζεται από το κράτος που θέλει να κατέχει το μονοπώλιο της βίας και το υπερασπίζεται για να διατηρήσει και το μονοπώλιο της εξουσίας.
Για αυτό το λόγο με τον όρο «τρομοκράτες» χαρακτηρίζονται από τους κρατικούς μηχανισμούς όσοι αντιμάχονται την εξουσία με πρακτικές κυρίως ένοπλες ,και δεν αναγνωρίζονται ως αυτό που είναι, ως πολιτικά υποκείμενα, αλλά γίνεται απόπειρα αποϊδεολογικοποίησης τους. Αναμενόμενο, αφού η αποδοχή της πολιτικής φύσης της ένοπλης πάλης θα συνεπαγόταν και την παραδοχή από την πλευρά του κράτους ότι υπάρχει μία ανταγωνιστική δύναμη που μπορεί να αμφισβητήσει την ίδια του τη φύση: την εξουσία.
Γι’ αυτό η επαναστατική δράση δεν αναγνωρίζεται ως πολιτική και σε κάθε ιστορική περίοδο στους αγωνιστές αποδίδονται διαφορετικοί χαρακτηρισμοί: κοινοί εγκληματίες, συμμορίτες, κατσαπλίαδες, τρομοκράτες, ταραχοποιοί, πράκτορες, προβοκάτορες… ο κατάλογος δεν έχει τέλος.
Προκύπτει ότι στόχος της καταστολής και της πολύμορφης επίθεσης που διεξάγεται απέναντι στις ένοπλες οργανώσεις, εκτός βεβαίως της εξάρθρωσής τους, είναι η απόπειρα αποιδεολογικοποίησης της δράσης και απονομιμοποίησης του λόγου τους αλλά και ο καθορισμός, σε κάθε συγκυρία, των αποδεκτών ορίων διαμαρτυρίας. Όπου αποδεκτά όρια διαμαρτυρίας για το κράτος είναι τα ανώδυνα όρια της αστικής νομιμότητας. Και καταλήγει τελικά στο να μη θεωρείτε καμία μορφή αντίστασης πολιτική .
Από την άλλη, σε περίπτωση που μέλη αυτών των ομάδων συλληφθούν αντιμετωπίζονται με ξεκάθαρα πολιτικό τρόπο: με ειδικούς νόμους και ειδικές συνθήκες κράτησης ενώ παράλληλα τους ασκείται πολιτική δίωξη και οδηγούνται σε μία δίκη όχι δίκαιη, άλλα βαθύτατα πολιτική.
Είναι σαφές ότι το κατασταλτικό γενικά, και το δικονομικό συγκεκριμένα, πλαίσιο κρίθηκε ανεπαρκές και αναποτελεσματικό. Για το λόγο αυτό ψηφίστηκαν οι τρομονόμοι και συγκροτήθηκαν τα ειδικά δικαστήρια. Σήμερα, παρόλο που οι κατηγορούμενοι δεν αναγνωρίζονται ως πολιτικοί αντίπαλοι ή ως πολιτικοί κρατούμενοι, αναγνωρίζονται με έμμεσο τρόπο σαν εχθροί του καθεστώτος, επικίνδυνοι για την πολιτική και οικονομική ελίτ. Στην Ελλάδα, η μεταπολιτευτική δημοκρατία παραβίασε τις ίδιες της τις αρχές προκειμένου να αντιμετωπίσει τον ένοπλο αγώνα. Και ο βασικός λόγος δεν ήταν νομικές ελλείψεις ή παραβλέψεις. Ο βασικός λόγος ήταν ότι παρόλη την προπαγάνδα, ξεκάθαρα φαίνεται ότι δεν υπήρχε (ούτε υπάρχει) πλήρης κοινωνική συναίνεση ως προς την καταδίκη τον ένοπλου αγώνα.
Το κράτος από όταν συγκροτήθηκε, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας μηχανισμός εξαναγκασμού και βίας στην υπηρεσία της άρχουσας τάξης, για να επιβληθεί στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Αυτοί που κατέχουν την εξουσία, ποτέ δεν παραιτήθηκαν ούτε πρόκειται να παραιτηθούν από τα προνόμια τους, θα πολεμήσουν μέχρις εσχάτων γι’ αυτά.
Στην ιστορία της κοινωνικής εξέλιξης πάντα οι επαναστάσεις χαρακτηρίζονταν από την ένοπλη βία των καταπιεσμένων ενάντια στις άρχουσες τάξεις. Δεν υπάρχει επανάσταση χωρίς επαναστατική βία, δεν υπάρχει επανάσταση χωρίς προσφυγή στα όπλα.
Συνέλευση Αλληλεγγύης για τους πολιτικούς κρατούμενους, τους φυλακισμένους και διωκόμενους αγωνιστές
Συνεχής αποδόμηση
Leave a Reply